- κατσιά
- Είδος έμμετρης ποιητικής και μουσικής σύνθεσης.
Το ποιητικό είδος της κ. εμφανίστηκε πρώτη φορά στη Γαλλία τον 13ο αι., αλλά άνθησε ιδιαίτερα στην Ιταλία στα τέλη του 14ου και κατά τον 15o αι. με τα έργα των Τοσκανών ποιητών, ανάμεσα στους οποίους ο Νικολό Σολντανιέρι (που καθιέρωσε τους μετρικούς της νόμους) καθώς και οι Φράνκο και Τζακότσο Σακέτι. Η μετρική μορφή της κ. συνίσταται σε ζεύγη επτασύλλαβων στίχων με ομοιοκαταληξία ή σε στροφές οκτασύλλαβων, πεντασύλλαβων ή ενδεκασύλλαβων με εναλλασσόμενη ομοιοκαταληξία, η οποία στους ενδεκασύλλαβους συμπίπτει στη μέση του στίχου. Τις έμμετρες κ. του 14oυ και του 15ου αι. συνέλεξε και σχολίασε στην Ιταλία ο Τζοζουέ Καρντούτσι (1896), που υποστήριξε ανάμεσα σε άλλα ότι από την κ. προήλθε αργότερα η φρότολα. Από την ποιητική κ. προήλθε τον 15o αι. η ομώνυμη μορφή κοσμικής μουσικής, η οποία υπήρξε πολύ διαδεδομένη στην Ευρώπη και έχει το αντίστοιχο της στη γαλλική chasse και στην ισπανική caca. Στην Ιταλία χρησιμοποιήθηκε πολύ, μαζί με το μαδριγάλι και την μπαλάντα. Ως μουσική κατασκευή η κ. ήταν ένας δίφωνος κανόνας, οι φωνές του οποίου ήταν γραμμένες έτσι ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι η μία τρέχει πίσω από την άλλη, ακριβώς όπως σε ένα κυνήγι (caccia = κυνήγι). Κατά την περίοδο της μουσικής άνθησης στην Ιταλία (οπότε διακρίθηκαν στο είδος αυτό σύνθεσης οι Τζοβάνι ντα Κάσια, Τζάκοπο ντα Μπολόνια, Γκεραρντέλο ντα Φιρέντσε κ.ά.), στις δύο φωνές της κ. προστέθηκε και ένα ενόργανο μέρος, που ονομάστηκε tenor, και αποσκοπούσε στην αποτελεσματικότερη προβολή των φωνών, οι οποίες συχνά ήταν αρκετά επεξεργασμένες και είχαν δεξιοτεχνικό χαρακτήρα.
* * *ηκαθισιά.
Dictionary of Greek. 2013.